The Star Money (Die Sterntaler)
Τα φλουριά του Ουρανού
Brothers Grimm/Αδελφοί Γκρίμ
There was once on a time a little girl whose father and mother
were dead,
and she was so poor that she no longer had any little room
to live in,
or bed to sleep in, and at last she had nothing else
but the clothes she
was wearing and a little bit of bread in her hand
which some charitable
soul had given her.
Υπήρχε μια φορά και έναν καιρό ένα μικρό κορίτσι ,της οποίας
ο πατέρας και η μητέρα
είχαν πεθάνει και ήταν τόσο φτωχιά που δεν είχε
πλέον καθόλου χώρο
να ζήσει μέσα
ή κρεββάτι για να κοιμηθεί,και τέλος πάντων
δεν είχε τίποτε άλλο παρά τα ρούχα που φορούσε
και λίγο ψωμί
που είχε στο χέρι της ,που κάποια
φιλόπτωχη ψυχή της είχε δώσει.
She was, however, good and pious. And as she was
thus forsaken by all the world, she went forth into the open country,
trusting in the good God. Then a poor man met her, who said, "Ah, give
me something to eat, I am so hungry!" She reached him the whole of
her piece of bread, and said, "May God bless it to thy use," and went
onwards. Then came a child who moaned and said, "My head is so cold,
give me something to cover it with."
Ήταν παραταύτα καλή και ευσεβής.Και είχε γι αυτό εγκαταλειφθεί
απο όλο τον κόσμο
πήγε λοιπόν μέσα στην ανοικτή εξοχή
εμπιστευόμενη τον Καλό Θεό.
Τότε ένας φτωχός άνδρας την συνάντησε, και είπε :
"Αα, δώσε μου κάτι να φάω,πεινάω τόσο πολύ!".
Του έδωσε όλο το ψωμί της και είπε:" Ας το ευλογήσει
ο Θεός για την δική σου χρήση".
Και πήγε μπροστά.
Μετά ήρθε ένα παιδί που μούγκρισε και είπε :
"Το κεφάλι μου είναι τόσο κρύο,δώσε μου
κάτι να το καλύψω".
So she took off her hood and gave
it to him; and when she had walked a little farther, she met another
child who had no jacket and was frozen with cold.
Then she gave it her
own; and a little farther on one begged for a frock, and she gave away
that also.
Έτσι έβγαλε την κουκούλα της και του την έδωσε.Και μετά περπάτησε
λίγο πιο πέρα
και συνάντησε ένα άλλο παιδί που δεν είχε παλτό
και ήταν παγωμένο απο το κρύο.
Τότε του έδωσε το δικό της.Και πιο μέσα σε κάποια
που ζητιάνεψε της έδωσε
το φόρεμα της επίσης.
At length she got into a forest and it had already become
dark, and there came yet another child, and asked for a little shirt,
and the good little girl thought to herself, "It is a dark night and
no one sees thee, thou canst very well give thy little shirt away,"
and took it off, and gave away that also.
Κατά μήκος μπήκε σε ένα δάσος και είχε ήδη σκοτεινιάσει,και μετά
ήρθε ενα άλλο παιδί
και ρώτησε για την μικρή φούστα της
και το μικρό καλό κορίτσι σκέφτηκε μόνη της
"Είναι μια σκοτεινή νύκτα και κανένας δεν με βλέπει
και έτσι μπορώ να δώσω
την μικρή φούστα μου"
και την έβγαλε και την έδωσε επίσης.
And as she so stood, and had not one single thing left,
suddenly some stars from heaven fell down,
and they were nothing else but hard smooth pieces of money,
and although she had just given her little shirt away,
she had a new one
which was of the very finest linen.
Then she gathered together the money into this,
and was rich all the days of her life.
Καθώς στεκόταν , και δεν είχε τίποτε ,ούτε ένα πράγμα
να έχει απομείνει
ξαφνικά κάποια αστέρια απο τον ουρανό έπεσαν κάτω
και δεν ήταν τίποτε άλλο παρά σκληρά κομμάτια χρήματος
και παρόλο που είχε μόλις δώσει την μικρή της φούστα
είχε μια καινούρια
που ήταν απο το πιο καλό λινό.
Τότε συγκέντρωσε μαζί τα χρήματα σε αυτό
και ήταν πλούσια για όλες τις μέρες της ζωής της.
Fairy tale available on Gutenberg.org
Μετάφραση/Translation by
Katerina Kostaki
http://paper.li/katerinakostaki/1383028501
No comments:
Post a Comment