Το μυαλό της ταξιδεύει σε μια φανταστική παραλία γεμάτη χρυσή άμμο, ένας καταγάλανος ουρανός να πλανιέται πάνω από το κεφάλι της, και ένα φεγγάρι… που δεν ήταν το φεγγάρι που όλοι γνώριζαν.
Ένα φεγγάρι γεμάτο χρυσοκίτρινα δακτυλίδια!Πάνω στην παραλία ένα ζευγάρι έπαιζε ανέμελα και παιχνιδιάρικα, τα αέρινα ρούχα τους κυμάτιζαν σα να τα άγγιζε ένα απαλό αεράκι.
Μια γυναίκα και ένας άνδρας, τόσο αγαπημένοι και αρμονικοί!
«Νηλέας – Νηλέας!»
Η φωνή την κάλεσε ξανά και ξανά…
«Νηλέας – Νηλέας!»
Μια φωτεινή οπτασία πλησιάζει, απλώνει το χέρι της και της προσφέρει ένα παράξενο αλλά πανέμορφο κογχύλι.
Κρατάει το κογχύλι στα χέρια της και το κοιτάζει μαγεμένη.
Μια φωνή ψιθυρίζει γλυκά – γλυκά στο αυτί της:
«Νηλέας – Νηλέας!»
Σήκωσε το κεφάλι της και ένιωσε να γίνεται ένα με το γαλάζιο του ουρανού, στο οποίο χρυσά περιστέρια φτερούγιζαν ανάλαφρα σαν μικρά απαλά συννεφάκια.
Το μυαλό της γυρίζει πίσω σαν μια νοητική μηχανή του χρόνου, στροβιλίζεται σε μια δίνη που την επιστρέφει εκεί από όπου ξεκίνησε…
Ήταν ένα όνειρο…
Εκείνη βρίσκεται σε ένα μεγάλο ανηφορικό και στενό τούνελ.
Προχωράει με χέρια και με πόδια, τα γόνατα της πατάνε σε χαλίκια.
Ο χώρος είναι κλειστοφοβικός και δεν υπάρχει διέξοδος πουθενά, μόνο στο βάθος του τούνελ αχνοφέγγει ένα δειλό φως.
Βλέπει τον εαυτό της από ψηλά και διαπιστώνει ότι δεν είναι μόνη της!
Πίσω της ακολουθούν άλλες γυναίκες και άνδρες, ένας πλήθος άγνωστο σε εκείνη.
Η άνοδος είναι κουραστική και επώδυνη, αλλά εκείνη επιμένει να προχωράει.
Κάποια στιγμή φτάνει αγκομαχώντας στο τέλος, εκεί που φέγγει το φως…
Το άνοιγμα όμως είναι απελπιστικά μικρό, τόσο μικρό που μόνο το χέρι της μπορεί να περάσει.
Απογοήτευση!
Τι να κάνει τώρα; Πρέπει να περάσει, όμως, με ποιο τρόπο;
Από την απέξω πλευρά, βρίσκεται κάποιος, του οποίου τα χέρια σκάβουν το χώμα.
«Έλα πέρασε έξω!», την παροτρύνει η φωνή του αγνώστου.
«Είναι αδύνατον, το πέρασμα είναι στενό!», του απαντάει.
«Μπορείς να περάσεις, δοκίμασε!», της λέει καθοδηγητικά.
Ξαφνικά, νιώθει να την σπρώχνει μια δύναμη και να περνάει μέχρι την μέση από εκεί και πέρα νιώθει να πιέζεται ασφυκτικά, να μην μπορεί να αναπνεύσει να ανασάνει…
«Μπορείς, μπορείς, μπορείς…», της απαντάει η άγνωστη φωνή.
Βάζει την δύναμη της και πιέζει τον εαυτό της να περάσει…
Περίεργος πόνος!
Περισσότερο νοητικός και λιγότερο σωματικός…
Πιέζει και τότε βγαίνει έξω, όπως βγαίνει ένα μωρό στο φως!
Τα πόδια της πατάνε σε μια στέρεα άσπρη γη, και απέναντι αντικρίζει μια απέραντη αμμουδιά. Μαζί της φτάνουν ομάδες ανθρώπων, που απλώνονται σε όλο το μήκος της άσπρης παραλίας.
Ένα αεράκι φυσάει ελαφριά και φέρνει στο μυαλό της μυστικές εικόνες, καθώς εκείνη μαγεύεται με το σκηνικό που βλέπει…
Η αμμουδιά αλλάζει χρωματισμούς και παραστάσεις, σαν την δημιουργική έμπνευση ενός κοσμικού ζωγράφου, που ανακατεύει τα χρώματα και τις αποχρώσεις του φυσικού τοπίου.
Τα μάτια της γεμίζουν από την ποίηση του εναλλακτικού χώρου και το μαγεμένο της μυαλό ακούει το ίδιο μοτίβο.
«Νηλέας! Νηλέας!»
Το πρωί που ξύπνησε στο δωμάτιο της ένιωθε μια περίεργη αίσθηση σαν να είχε κάνει αυτό το αλλόκοτο ταξίδι αληθινά.
Πέρα από αυτό όμως ένιωθε ότι είχε μάθει κάτι που δεν θυμόταν τι ήταν, αλλά σίγουρα επρόκειτο για μήνυμα.
Το απόγευμα της ίδιας ημέρας αποφάσισε να φύγει…
Προς τα πού όμως;
Η επιλογή δεν έγινε τυχαία.
Έψαξε μέσα στα σκοτεινά ντουλάπια της γνώσης και θυμήθηκε ότι υπήρχε μια περιοχή που γέννησε και έθρεψε τον ημίθεο που αποκαλούσε Νηλέα στο όνειρο της.
Αυτός θα ήταν ο προορισμός της!
Λίγα υπάρχοντα, κάποια ελάχιστα προσωπικά είδη, και η απόφαση είχε παρθεί.
Η μεγάλη φυγή από την πόλη που τους φιλοξενούσε τα τελευταία χρόνια πήρε σάρκα και οστά!
Πέρασε μαζί με τα δυο της παιδιά στο μεγάλο νησί, που ενωνόταν μέσω ενός πορθμού με την πρωτεύουσα και περπάτησαν μέσα από βουνά και δάση, μέχρι που έφτασαν στο ποτάμι, που έβγαινε στην θάλασσα.
Το μεγάλο ποτάμι, που είχε το όνομα του ήρωα.
Νηλέας…
Ο γιος του Ποσειδώνα!
Γεννήθηκε από την ένωση ενός θεού και μιας θνητής.
Καθόλου πρωτότυπο!
Έτσι γινόταν τότε, όταν οι θεοί αγαπούσαν, έσμιγαν, όπως οι άνθρωποι με ανθρώπους!
Από μια τέτοια ένωση γεννήθηκαν δυο παιδιά, δυο αγόρια.
Η μητέρα τους τα τοποθέτησε σε ένα μικρό βαρκάκι και τα άφησε στην θάλασσα.
Η θάλασσα όμως τα αγαπούσε και τα έσωσε, παιδιά του Ποσειδώνα ήταν άλλωστε!
Ο ίδιος ο ποταμός ενώνεται με την θάλασσα, το γλυκό νερό με το αλμυρό, η γη με την θάλασσα…
«Η ίδια η θάλασσα μας οδήγησε σαν τον μυθικό ήρωα στο νέο αυτό τόπο…
Πώς να γινόταν διαφορετικά; Παιδιά των θεών δεν ήμαστε και εμείς, η φυλή μας; Την ίδια καταγωγή έχουμε και την ίδια ιστορία! Αλίμονο πως μπορούσαν να μας αφήσουν έτσι, έρμαια και έκθετα, όπως τα δυο βρέφη;»
Μια βαθιά εσωτερική φωνή μιλούσε με επιτακτικό τόνο μέσα της.
«Εκεί πρέπει να πας!»
Θεία προστασία τους κάλυπτε. Ένιωθε την αύρα της, το μικρό αεράκι της να φυσάει στα μαλλιά τους, ένα αόρατο πνευματικό χέρι…
Δεν το έβλεπε, αλλά το ένιωθε…
Έπρεπε να φτάσουν, αφήνοντας πίσω τους τα δεσμά που τους ένωναν με το στείρο παρελθόν.
Αντίκρισε σαν οπτασία την ακροθαλασσιά, σε εκείνο το σημείο που πήγαζε ο ποταμός μέσα στην θάλασσα.
Δεν έμοιαζε με όνειρο, ήταν η άσπρη παραλία που έβλεπε στον ύπνο της!
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα : "Το ταξίδι της ζωής φέρνει ελπίδες"
Συγγραφέας Κατερίνα Κωστάκη
Μπορείτε να αγοράσετε το συγκεκριμένο βιβλίο μέσα από την
Μπορείτε να αγοράσετε το συγκεκριμένο βιβλίο μέσα από την
- Σελίδα μου στο Amazon.com: https://www.amazon.com/Katerina-Kostaki/e/B005VBDUI2
- Την επίσημη ιστοσελίδα μου: http://katerinakostaki.wixsite.com/academyofinnerlight/books
- Στο Κανάλι μου στο Youtube: http://www.youtube.com/user/katerinakostaki1966
- Στην δεξιά πλευρά του συγκεκριμένου Blog πατήστε πάνω στην αντίστοιχη εικόνα του βιβλίου.Ανοίγει νέο παράθυρο προς την σελίδα του βιβλίου στο Amazon.com
- Σελίδα του βιβλίου στο GOODREADS.COM:https://www.goodreads.com/book/show/35181581?ac=1&from_search=true
Περισσότερες λεπτομέρειες στο προσωπικό μου e-mail : katerina.kostaki@gmail.com
No comments:
Post a Comment