Thursday, November 19, 2009

ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ

ΔΙΟΤΙΜΑ


— Έλα λοιπόν, είπε ο Σωκράτης, να ανακεφαλαιώσουμε
αυτά που είπαμε. Πρώτα λοιπόν υπάρχει ο Έρωτας για
μερικά πράγματα, κι έπειτα για εκείνα που τα στερείται
κανείς, έτσι δεν είναι;
— Ναι, είπε.
— Σχετικά μ' αυτά θυμήσου για ποια πράγματα είπες
στον λόγο σου ότι είναι ο Έρωτας. Κι αν θέλεις, θα σου
τα θυμίσω εγώ: νομίζω λοιπόν πως κάπως έτσι το είπες,
ότι τα πράγματα στους θεούς τακτοποιήθηκαν χάρη στον
έρωτα για το ωραίο, γιατί για το άσχημο δεν θα υπήρχε
έρωτας- δεν τα έλεγες κάπως έτσι;
— Ναι, έτσι είπα, απάντησε ο Αγάθων.
— Σωστά τα έλεγες φίλε μου, είπε ο Σωκράτης, και, αν
πράγματι είναι έτσι, τότε ο Έρωτας δεν θα μπορούσε να
είναι τίποτα άλλο παρά έρωτας του ωραίου, και όχι του
άσχημου.
Συμφώνησε μαζί του.
— Συμφωνήσαμε λοιπόν ότι κανείς για ό,τι του λείπει και
δεν το έχει, γι' αυτό αισθάνεται έρωτα;
— Ναι, είπε.
— Του λείπει άρα η ομορφιά του Έρωτα και δεν την έχει.
— Αναγκαστικά εκεί καταλήγουμε, είπε.
— Πώς λοιπόν; Εκείνο που του λείπει η ομορφιά και δεν
έχει καθόλου ομορφιά, λες εσύ ότι είναι ωραίο;
— Όχι βέβαια.
— Εξακολουθείς όμως να υποστηρίζεις ότι ο Έρωτας είναι
ωραίος, αν έτσι είναι τα πράγματα;
Και ο Αγάθων είπε:
— Κινδυνεύω, Σωκράτη, να παραδεχτώ ότι δεν ήξερα
τίποτα απ' ό,τι έλεγα τότε.
— Κι όμως καλά τα έλεγες, Αγάθωνα. Πες μου όμως και
κάτι ακόμα: τα καλά δεν σου φαίνεται ότι είναι και ωραία;
— Και βέβαια.
— Άρα αν του Έρωτα του λείπουν τα ωραία, και τα καλά
είναι ωραία, τότε θα του λείπουν και τα καλά.
— Εγώ, είπε, Σωκράτη, δεν θα είχα τη δύναμη να σου
αντιλέγω- ας είναι λοιπόν έτσι όπως τα λες εσύ.
— Δεν μπορείς στην αλήθεια να αντιλέγεις, αγαπητέ μου
Αγάθωνα, είπε, γιατί στον Σωκράτη δεν είναι καθόλου
δύσκολο.
— Και εσένα θα σε αφήσω τώρα πια, και τα λόγια για τον
Έρωτα που άκουσα κάποτε από μια γυναίκα από τη Μαντινεία,
τη Διοτίμα—η οποία ήταν σοφή σ' αυτά και σε
πολλά άλλα, και κάποτε πέτυχε για τους Αθηναίους που
κινδύνευαν από λοιμό, βάζοντας τους να κάνουν θυσίες, την
αναβολή της νόσου για δέκα χρόνια- και η οποία με δίδαξε
κι εμένα τα ερωτικά—τα λόγια λοιπόν που έλεγε εκείνη θα
προσπαθήσω να σας τα διηγηθώ με βάση εκείνα που συμφωνήσαμε
ο Αγάθων κι εγώ, μόνος μου, όπως μπορέσω.
Πρέπει λοιπόν, Αγάθων, όπως είπες κι εσύ, πρώτα να
μιλήσω γι' αυτόν,
για το ποιος είναι ο Έρωτας και ποια η φύση του, κι
έπειτα για τα έργα του. Μου φαίνεται λοιπόν ότι είναι πιο
εύκολο να σας τα εκθέσω έτσι όπως μου τα ανέπτυξε
κάποτε η ξένη κάνοντας μου συνεχείς ερωτήσεις· γιατί κι
εγώ τότε της έλεγα διάφορα, παρόμοια σχεδόν μ' αυτά που
μου λέει τώρα ο Αγάθων, πως ο Έρωτας είναι μεγάλος
θεός και πως συνυπάρχει με τα ωραία- κι εκείνη μου
αποδείκνυε με τα ίδια επιχειρήματα, με τα οποία κι εγώ
σ' αυτόν, ότι ούτε ωραίος είναι κατά τα λεγόμενα μου ούτε
καλός. Κι εγώ της είπα:
— Μα τι λες Διοτίμα; Ο Έρωτας είναι άσχημος και κακός;
Κι εκείνη είπε:
— Μην βλαστημάς. Ή μήπως νομίζεις πως ό,τι δεν είναι
ωραίο είναι κατ' ανάγκη άσχημο;
— Και βέβαια.
— Ώστε και το μη σοφό είναι αμαθές; Ή μήπως δεν έχεις
αντιληφθεί ότι ανάμεσα στη σοφία και την αμάθεια υπάρχει
κάτι;
— Τι είναι αυτό;
— Το να έχει κανείς σωστή γνώμη, είπε, χωρίς να μπορεί
να τη δικαιολογήσει, δεν ξέρεις ότι ούτε επιστήμη είναι
(γιατί ένα πράγμα που δεν αποδεικνύεται με τη λογική
— πώς θα μπορούσε να είναι επιστήμη;) ούτε αμάθεια (για-
τί το να πετυχαίνει κανείς το πραγματικό πώς θα μπορούσε
να είναι αμάθεια;). Είναι λοιπόν κάτι τέτοιο η σωστή
γνώμη, ανάμεσα στη φρόνηση και την αμάθεια.
— Έχεις δίκιο, είπα εγώ.
— Μη νομίζεις λοιπόν πως ό,τι δεν είναι ωραίο είναι κατ'
ανάγκη άσχημο, ούτε ό,τι μη καλό, είναι κακό. Έτσι λοιπόν
και ο Έρωτας, αφού ο ίδιος παραδέχεσαι ότι δεν είναι
ούτε καλός ούτε ωραίος, μη νομίζεις ότι πρέπει να είναι
άσχημος και κακός, αλλά κάτι, είπε, ανάμεσα σ' αυτα.
— Κι όμως, είπα εγώ, είναι από όλους παραδεχτό οτι είναι
μεγάλος θεός.
— Όταν λες όλους, είπε, εννοείς αυτούς που δεν γνωρίζουν
ή αυτούς που γνωρίζουν;
— Όλους γενικά.
Και αυτή γελώντας είπε:
— Και πώς Σωκράτη, είπε, παραδέχονται όλοι αυτοί οτι
είναι μεγάλος θεός, αφού λένε ότι δεν είναι καν θεός;
— Ποιοι είναι αυτοί; ρώτησα τότε εγώ.
— Ο ένας είσαι εσύ, είπε, και η άλλη εγώ.
Κι εγώ συνέχισα:
— Πώς το λες αυτό; ρώτησα.
Κι εκείνη:
— Είναι απλό, είπε. Πες μου λοιπόν: δεν πιστεύεις ότι
όλοι οι θεοί είναι ευτυχισμένοι και ωραίοι; Θα τολμούσες
να πεις ότι κάποιος από τους θεούς δεν είναι ωραίος και
ευτυχισμένος;
— Μα τον Δία, όχι βέβαια, είπα.
— Και ευτυχισμένους δεν λες αυτούς που έχουν τα καλά
και τα ωραία;
— Ασφαλώς.
— Αλλά δεν παραδέχτηκες ότι ο Έρωτας, από έλλειψη των
καλών και των ωραίων, τα επιθυμεί αυτά ακριβώς επειδή
του λείπουν;
— Ναι, το παραδέχτηκα.
— Πώς λοιπόν θα μπορούσε να είναι θεός, αφού στερείται
των ωραίων και των καλών;
— Δεν θα μπορούσε να είναι, όπως φαίνεται.
— Βλέπεις λοιπόν, είπε, ότι κι εσύ δεν θεωρείς τον Έρωτα
θεό;
— Τι θα μπορούσε όμως, είπα, να είναι ο Έρωτας; Θνητός;
— Κάθε άλλο.
— Τι όμως;
— Όπως είπαμε πριν, είπε, μεταξύ θνητού και αθανάτου.
— Δηλαδή τι, Διοτίμα;
— Μεγάλος δαίμονας, Σωκράτη· γιατί όλα τα δαιμονικά
όντα βρίσκονται μεταξύ θεού και θνητού.
— Ποια, είπα εγώ, δύναμη έχει;
— Να ερμηνεύει και να μεταφέρει στους θεούς τα ανθρώπινα
και στους ανθρώπους τα θεϊκά, εκείνων τις προσευχές
και τις θυσίες, αυτών τις προσταγές και τις ανταμοιβές,
και όντας στη μέση και των δύο, συμπληρώνει το κενό,
ώστε το σύμπαν να συνδέεται με τον εαυτό του. Μέσω
αυτού προχωρεί και ολόκληρη η μαντική και η τέχνη
των ιερέων η σχετική με τις θυσίες τις μυήσεις, τους
μαγικούς ψαλμούς, και γενικά τη μαγεία και τη μαγγανεία.
Γιατί ο θεός δεν αναμειγνύεται με τον άνθρωπο, αλλά
μέσω αυτού γίνεται κάθε επικοινωνία και συνομιλία των
θεών προς τους ανθρώπους, και όταν είναι ξύπνιοι και όταν
κοιμούνται. Κι εκείνος που είναι σοφός σ' οτιδήποτε άλλο,
ή σε επάγγελμα ή σε τέχνη, δεν είναι παρά ένας εργάτης.
Αυτοί λοιπόν οι δαίμονες είναι πολλοί και κάθε είδους: ένας
απ' αυτούς είναι κι ο Έρωτας.
— Και ποιος είναι ο πατέρας του, είπα εγώ, και η μητέρα
του;
— Είναι μεγάλη ιστορία, είπε, για να σου τη διηγηθώ,
αλλά θα σου την πω. Όταν λοιπόν γεννήθηκε η Αφροδίτη,
έτρωγαν οι θεοί, και μαζί τους κι ο γιος της Μήτιδος, ο
Πόρος. Αφού δείπνησαν, έφτασε η Πενία, για να ζητιανέψει
σ' αυτό το τόσο μεγάλο φαγοπότι, και στεκόταν στην
πόρτα. Ο Πόρος λοιπόν, μεθυσμένος από το νέκταρ (γιατί
το κρασί δεν υπήρχε ακόμα), μπήκε στον κήπο του Δία και
βαρύς από το πιοτό αποκοιμήθηκε. Η Πενία τότε, επειδή
ακριβώς ήταν άπορη, σκέφτηκε να κάνει παιδί από τον
Πόρο. Ξάπλωσε λοιπόν κοντά του και γέννησε τον Έρωτα.
Γι' αυτό και έγινε ακόλουθος και υπηρέτης της Αφροδίτης
ο Έρωτας, επειδή γεννήθηκε στα γενέθλια της και
επειδή συγχρόνως είναι και από τη φύση του εραστής του
ωραίου, και είναι και η Αφροδίτη ωραία. Όντας λοιπόν
γιος τους Πόρου και της Πενίας, ο Έρωτας βρίσκεται σ'
αυτή την κατάσταση. Πρώτα είναι πάντοτε πένης,
και καθόλου απαλός και ωραίος, όπως νομίζουν οι πολλοί,
αλλά σκληρός και βρόμικος και ξυπόλυτος και άστεγος.
Ξαπλώνει πάντοτε κατάχαμα και χωρίς στρώμα, κοιμάται
στο ύπαιθρο έξω από τις πόρτες και στους δρόμους,
έχοντας τη φύση της μητέρας του, και παντοτινή σύντροφο
την ένδεια. Από τον πατέρα του πάλι, κυνηγάει τα ωραία
και τα καλά, όντας ανδρείος και ριψοκίνδυνος και ορμητικός,
δεινός κυνηγός, μηχανευόμενος συνεχώς κάτι, παθιασμένος
για γνώση και επινοητικός, φιλοσοφώντας ολόκληρη
τη ζωή του, δεινός γητευτής και μάγος και σοφιστής.
Και ούτε αθάνατος είναι από τη φύση του, ούτε θνητός·
αλλά την ίδια μέρα πότε ανθεί και ζει, πότε πεθαίνει,
και αναβιώνει και πάλι όταν τα καταφέρει χάρη στη φύση
του πατέρα του- κι εκείνο που αποκτάει, του φεύγει πάντοτε
γρήγορα, ώστε ο Έρωτας δεν είναι ποτέ ούτε φτωχός
ούτε πλούσιος. Βρίσκεται επίσης ανάμεσα στη σοφία και
στην αμάθεια. Κι αυτό γιατί συμβαίνει το εξής:
από τους θεούς κανείς δεν φιλοσοφεί ούτε επιθυμεί να
γίνει σοφός (αφού είναι), κι αν είναι και κάνεις άλλος
σοφός, δεν φιλοσοφεί" ούτε πάλι και οι αμαθείς φιλοσοφούν
και ούτε επιθυμούν να γίνουν σοφοί, γιατί αυτό ακριβώς
είναι το κακό της αμάθειας, μη όντας κανείς ούτε
ωραίος ούτε καλός ούτε σώφρων, να νομίζει ότι τα έχει
όλα αυτά σε ικανοποιητικό βαθμό. Δεν επιθυμεί λοιπόν
εκείνος που δεν πιστεύει ότι του λείπει κάτι εκείνο που
δεν πιστεύει ότι του λείπει.
— Ποιοι όμως, Διοτίμα, είπα εγώ, είναι οι φιλοσοφούντες,
αν δεν είναι ούτε οι σοφοί ούτε οι αμαθείς;
— Είναι ολοφάνερο, είπε, αυτό πια και παιδί θα το καταλάβαινε,
ότι είναι εκείνοι που βρίσκονται ανάμεσα σ' αυτούς
τους δυο, κι ένας απ' αυτούς είναι και ο Έρωτας.
Γιατί η σοφία είναι από τα ωραιότερα πράγματα κι ο
Έρωτας είναι έρωτας για το ωραίο, ώστε κατ' ανάγκη ο
Έρωτας είναι φιλόσοφος, και όντας φιλόσοφος, βρίσκεται
ανάμεσα στη σοφία και την αμάθεια. Κι αυτό εξαιτίας της
γέννησης του: γιατί είναι από πατέρα σοφό και πολυμήχανο,
και από μητέρα όχι σοφή και αμήχανη. Αυτή λοιπόν
είναι η φύση του Έρωτα, αγαπητέ μου Σωκράτη. Αλλά εσύ
άλλο πράγμα νόμισες ότι είναι ο Έρωτας και δεν απορώ
καθόλου που το έπαθες:
νόμισες, όπως αντιλαμβάνομαι συμπεραίνοντας από όσα
λες, ότι Έρωτας είναι το αντικείμενο του Έρωτα, και όχι
το υποκείμενο: γι' αυτό νομίζω ότι σου φαινόταν πανέμορφος
ο Έρωτας. Γιατί πράγματι το αντικείμενο του Έρωτα
είναι ωραίο και τρυφερό και τέλειο και αξιοθαύμαστο- το
υποκείμενο όμως του Έρωτα έχει άλλη όψη, όπως σου την
περιέγραψα.
Κι εγώ τότε είπα:
— Ας είναι, ξένη, καλά τα λες. Αφού είναι έτσι όμως ο
Έρωτας, τι χρειάζεται στους ανθρώπους;
— Αυτό ακριβώς, Σωκράτη, είπε, αμέσως μετά θα προσπαθήσω
να σε διδάξω. Τέτοιος λοιπόν είναι ο Έρωτας και
έτσι γεννήθηκε- έχει επίσης ως αντικείμενο τα ωραία,
όπως κι εσύ είπες. Κι αν κάποιος μας ρωτούσε: τι είναι
ο έρωτας για τα ωραία, Σωκράτη και Διοτίμα; Ή ακόμα
σαφέστερα: αγαπάει ο ερωτευμένος με τα ωραία" τι αγαπάει;
Κι εγώ είπα:
— Να γίνουν δικά του.
— Αλλά ακόμα ζητάει, είπε, η απάντηση σου κι άλλη
ερώτηση: τι θα κερδίσει εκείνος που θα αποκτήσει τα
ωραία;
Της είπα τότε ότι δεν μου ήταν καθόλου εύκολο να
απαντήσω σ' αυτήν την ερώτηση.
— Αλλά, είπε, αν στη θέση του ωραίου έβαζε κανείς το
καλό και σε ρωτούσε: έλα, Σωκράτη, πες μου, αγαπάει
εκείνος που είναι ερωτευμένος με τα καλά" τι αγαπάει;
— Να γίνουν δικά του, είπα εγώ.
— Και τι θα κερδίσει εκείνος που θα αποκτήσει τα καλά;
— Σ' αυτό μου είναι ευκολότερο, είπα εγώ, να απαντήσω,
θα γίνει ευτυχισμένος.
— Με την απόκτηση λοιπόν των αγαθών οι ευτυχισμένοι
είναι ευτυχισμένοι, είπε, και δεν χρειάζεται ακόμα να ρωτήσουμε:
«γιατί θέλει να είναι ευτυχισμένος όποιος το
θέλει;», εφόσον η απάντηση αυτή φαίνεται να είναι και η
τελειωτική.
— Σωστά τα λες, είπα εγώ.
— Αυτή λοιπόν η επιθυμία κι αυτός ο έρωτας νομίζεις ότι
είναι κοινά σ' όλους τους ανθρώπους, και ότι όλοι θέλουν τα
καλά να είναι πάντοτε δικά τους, ή έχεις διαφορετική
γνώμη;
— Έτσι νομίζω, είπα εγώ, ότι είναι κοινά σ' όλους.
— Γιατί λοιπόν, Σωκράτη, είπε, δεν λέμε ότι όλοι είναι
ερωτευμένοι,
αφού όλοι αισθάνονται παντοτινό έρωτα γι' αυτά τα
πράγματα, αλλά λέμε ότι μερικοί μόνο είναι ερωτευμένοι
και οι άλλοι δεν είναι;
— Απορώ κι εγώ, απάντησα.
— Να μην απορείς, είπε. Γιατί, προφανώς έχουμε ξεχωρίσει
κάποιο είδος του έρωτα και αυτό, δίνοντας του το
όνομα του συνόλου, το ονομάζουμε έρωτα, ενώ για τα άλλα
χρησιμοποιούμε άλλα ονόματα.
— Καμιά παρόμοια περίπτωση; ρώτησα εγώ.
— Να κάτι παρόμοιο. Ξέρεις ότι η ποίηση είναι κάτι πολύ
ευρύ. Γιατί η ποίηση είναι πάντα η αιτία που το καθετί
περνάει από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, ώστε και σ' όλες
τις τέχνες, οι εργασίες είναι ποιήσεις, και οι δημιουργοί
τους όλοι ποιητές.
— Σωστά τα λες.
— Αλλά όμως, είπε αυτή, ξέρεις ότι δεν ονομάζονται
ποιητές, αλλά έχουν άλλα ονόματα και ότι από ολόκληρη
την ποίηση ένα ορισμένο κομμάτι, το σχετικό με τη μουσική
και τη μετρική, έχει πάρει το όνομα του συνόλου-
γιατί μόνο αυτό ονομάζεται ποίηση και εκείνοι που έχουν
αυτό το κομμάτι της ποίησης, ποιητές.
— Σωστά, είπα, τα λες.
— Το ίδιο λοιπόν συμβαίνει και με τον έρωτα. Γενικά κάθε
επιθυμία των καλών πραγμάτων και της ευτυχίας είναι ο
μεγαλύτερος και απατηλός έρωτας κάθε
ανθρώπου. Αλλά εκείνους που στρέφονται με πολλούς
τρόπους προς αυτόν, ή με επιχειρήσεις ή με την αγάπη της
γυμναστικής ή της επιστήμης, ούτε ερωτευμένους τους
λέμε ούτε εραστές. Αντίθετα εκείνοι που ακολούθησαν
ένα είδος και ασχολήθηκαν μ' αυτό έχουν το όνομα του
συνόλου, έρωτα, ερωτευμένοι, εραστές.
— Μπορεί και να έχεις δίκιο, είπα εγώ.
— Και λένε, είπε, ότι αυτοί που αισθάνονται έρωτα είναι
εκείνοι που αναζητούν το άλλο μισό τους.
Εγώ όμως λέω ότι ο έρωτας δεν είναι ούτε για το μισό
ούτε για το ολόκληρο, αν δεν τυχαίνει, φίλε μου, να είναι
αυτό καλό. Αφού και τα πόδια τους και τα χέρια τους
αποφασίζουν να τα κόψουν οι άνθρωποι, αν τους φαίνονται
ότι είναι βλαβερά. Γιατί δεν νομίζω ότι όλοι αποδέχονται
πλήρως τα δικά τους, εκτός αν κανείς το καλό το θεωρεί
δικό του και το κακό ξένο- γιατί δεν υπάρχει τίποτα άλλο
που να ερωτεύονται οι άνθρωποι εκτός από το καλό. Ή
μήπως σου φαίνεται ότι δεν είναι έτσι;
— Όχι, μα τον Δία, κι εμένα έτσι μου φαίνεται.
— Μπορούμε λοιπόν, είπε εκείνη, να λέμε έτσι απλά ότι οι
άνθρωποι αισθάνονται έρωτα για το καλό;
— Ναι, απάντησε.
— Μήπως όμως, είπε, πρέπει να προσθέσουμε ότι αισθάνονται
έρωτα και για την απόκτηση του καλού;
— Να το προσθέσουμε.
— Μήπως όμως, είπε, όχι μόνο για την απόκτηση αλλά
και για την παντοτινή κτήση;
— Κι αυτό να το προσθέσουμε.
— Είναι λοιπόν με λίγα λόγια ο έρωτας, είπε, η παντοτινή
κατοχή του καλού.
— Πολύ σωστά, είπα εγώ, τα λες.
— Αφού λοιπόν ο έρωτας είναι πάντοτε αυτό, είπε εκείνη,
με ποιον τρόπο όταν το επιδιώκει κάνεις και με ποια
πράξη, ο ζήλος και η επιμονή του θα μπορούσε να ονομαστεί
έρωτας; Ποια να είναι αυτή η δραστηριότητα; Μπορείς
να μου απαντήσεις;
— Μα τότε Διοτίμα, είπα εγώ, δεν θα σε θαύμαζα για τη
σοφία σου και δεν θα σύχναζα κοντά σου για να μάθω αυτά
τα πράγματα.
— Αλλά εγώ θα σου απαντήσω, είπε. Αυτό το πράγμα
είναι η γέννηση μέσα στο ωραίο, είτε αφορά το σώμα είτε
την ψυχή.
— Χρειάζονται μαντικές ικανότητες, είπα, αυτά που λες
και δεν καταλαβαίνω.
— Τότε εγώ, είπε εκείνη, θα μιλήσω σαφέστερα. Κυοφορούν
λοιπόν Σωκράτη, είπε, όλοι οι άνθρωποι και στο
σώμα και στην ψυχή, και όταν φτάσουν σε κάποια ηλικία,
επιθυμεί η φύση μας να γεννήσει. Να γεννήσει όμως
μέσα στο άσχημο δεν μπορεί, μόνο μέσα στο ωραίο. Γιατί
η συνουσία του άντρα και της γυναίκας είναι τοκετός. Και
είναι αυτό θεϊκό πράγμα, και είναι το αθάνατο στοιχείο που
ενυπάρχει στο ζωντανό ον που είναι θνητό, η κύηση και η
γέννηση. Αλλά αυτά είναι αδύνατο να γίνουν σε ανάρμοστο
περιβάλλον,
και είναι ανάρμοστο το άσχημο σε καθετί θεϊκό, ενώ το
ωραίο αρμόζει σ' αυτό. Σαν Μοίρα λοιπόν και Ειλειθυία
παρευρίσκεται η Καλλονή στη γέννηση. Για τον λόγο αυτό
όταν πλησιάζει σε κάτι όμορφο εκείνο που κυοφορεί, γίνεται
ευνοϊκό και από τη χαρά του διαχέεται, και επέρχεται ο
τοκετός και γεννάει- όταν σε κάτι άσχημο, σκυθρωπό και
στεναχωρημένο, ζαρώνει και αποστρέφει το πρόσωπο του,
και απομακρύνεται και δεν γεννάει, αλλά κρατώντας μέσα
του το κύημα υποφέρει. Απ' αυτό προέρχεται η μεγάλη
λαχτάρα εκείνου που κυοφορεί και είναι παραφουσκωμένος
για το ωραίο, γιατί απαλλάσσει από πολλούς πόνους εκείνον
που το έχει. Ο έρωτας λοιπόν Σωκράτη, είπε, δεν είναι
έρωτας για το ωραίο, όπως εσύ νομίζεις.
— Αλλά για ποιο πράγμα;
— Για τη γέννηση και τον τοκετό μέσα στο ωραίο.
— Ας είναι, απάντησα εγώ.
— Πολύ καλά λοιπόν, είπε. Γιατί λοιπόν για τη γέννηση;
Γιατί είναι κάτι αιώνιο και αθάνατο για τον θνητό η γέννηση.
Και είναι αναγκαίο όπως βγαίνει απ' αυτά που συμφωνήσαμε,
ότι και ο πόθος της αθανασίας πρέπει να συνυπάρχει
με τον πόθο του καλού, αν έρωτας είναι η επιθυμία να
έχεις το καλό παντοτινά δικό σου. Κατ' ανάγκη λοιπόν,
σύμφωνα με όσα είπαμε, και η αθανασία αποτελεί αντικείμενο
του έρωτα. Τέτοια λοιπόν πάντα μου δίδασκε, όποτε
γινόταν λόγος για τον έρωτα, και κάποτε ρώτησε:
— Ποια νομίζεις, Σωκράτη, ότι είναι η αιτία αυτού του
έρωτα και της επιθυμίας; Ή μήπως δεν έχεις προσέξει την
παράξενη συμπεριφορά όλων των ζώων όταν επιθυμούν να
γεννήσουν, και τα χερσαία και τα πτηνά, πως αρρωσταίνουν
όλα και έχουν ερωτική διάθεση
πρώτα για να ενωθούν μεταξύ τους και έπειτα για την
ανατροφή του γόνου τους. Και είναι έτοιμα για χάρη τους
και να πολεμήσουν τα ασθενέστερα τα ισχυρότερα και να
πεθάνουν γι' αυτά, είτε υποφέροντας τα ίδια από την πείνα
για να τα ταΐσουν, είτε κάνοντας οτιδήποτε άλλο. Και όσον
αφορά τους ανθρώπους, είπε, θα μπορούσε κανείς να νομίσει
ότι το κάνουν ύστερα από σκέψη. Αλλά τα ζώα ποια
είναι η αιτία να έχουν τέτοια ερωτική διάθεση; Μπορείς να
μου πεις;
Κι εγώ τότε θα έλεγα ότι δεν ήξερα. Κι εκείνη είπε:
— Έχεις λοιπόν την εντύπωση ότι θα γίνεις ποτέ δεινός
στα ερωτικά, αν δεν τα καταλαβαίνεις αυτά;
— Αλλά γι' αυτό ακριβώς, Διοτίμα, όπως και πριν από
λίγο είπα, έχω έρθει σε σένα, γνωρίζοντας ότι χρειάζομαι
δασκάλους. Αλλά λέγε μου την αιτία αυτών εδώ και όλων
των άλλων των σχετικών με τα ερωτικά.
— Αν λοιπόν, είπε, πιστεύεις ότι ο έρωτας από τη φύση
του έχει ως αντικείμενο εκείνο που πολλές φορές συμφωνήσαμε
ότι έχει, μην απορείς.
Γιατί και εδώ, για τον ίδιο λόγο, η θνητή φύση επιδιώκει,
κατά το δυνατό, να είναι αιώνια και αθάνατη. Και
μπορεί να το πετύχει αυτό μόνο με τη γέννηση, γιατί
πάντοτε αφήνει ένα νέο στη θέση του παλιού. Άλλωστε
κάθε ένα από τα ζώα ενόσω ζει θεωρείται ότι είναι το
ίδιο, όπως από μικρό παιδί μέχρι να γίνει γέρος λέμε ότι
είναι ο ίδιος ο άνθρωπος—ενώ αυτός δεν έχει ποτέ τα ίδια
πράγματα επάνω του, και ωστόσο θεωρείται ο ίδιος- αλλά
συνεχώς ανανεώνεται, χάνοντας μερικά, και ως προς τις
τρίχες και τη σάρκα και τα οστά και το αίμα και ολόκληρο
το σώμα.
Και όχι μόνο στο σώμα του αλλά και στην ψυχή του, οι
τρόποι, οι συνήθειες, οι αντιλήψεις, οι επιθυμίες, οι απολαύσεις,
οι λύπες, οι φόβοι, το καθένα απ' αυτά ποτέ δεν
είναι το ίδιο στον καθένα μας. Άλλα γεννιούνται, άλλα
χάνονται. Πολύ πιο περίεργο απ' αυτό είναι ότι και οι
γνώσεις όχι μόνο άλλοτε γεννιούνται κι άλλοτε χάνονται
σε μας,
και ποτέ δεν είμαστε οι ίδιοι ως προς τις γνώσεις, αλλά
ότι και η καθεμιά από τις γνώσεις το παθαίνει αυτό το ίδιο.
Γιατί εκείνο που ονομάζεται μελέτη γίνεται με την προϋπόθεση
ότι φεύγει η γνώση: γιατί η λήθη είναι η φυγή της
γνώσης και η μελέτη πάλι, βάζοντας καινούρια μνήμη στη
θέση της παλιάς, σώζει τη γνώση, ώστε να φαίνεται ότι
είναι η ίδια. Μ' αυτόν λοιπόν τον τρόπο κάθε θνητό ον
διασώζεται, όχι όντας σε όλα γενικά το ίδιο για πάντα
όπως το θείο,
αλλά με το να αφήνει καθετί που παλιώνει και φεύγει
ένα νέο στη θέση του, όμοιο μ' αυτό το ίδιο. Με αυτό το
τέχνασμα, Σωκράτη, είπε, το θνητό μετέχει της αθανασίας,
και ως προς το σώμα και ως προς όλα τα άλλα-
εκείνο είναι αθάνατο με άλλο τρόπο. Μην απορείς λοιπόν
που το κάθε θνητό ον από τη φύση του δίνει μεγάλη αξία σε
κάθε γέννημα του. Γιατί για χάρη της αθανασίας ενυπάρχει
στον καθένα αυτός ο ζήλος και ο έρωτας.
Και, εγώ, ακούγοντας τα λόγια της, θαύμασα και είπα:
— Καλά λοιπόν, είπα εγώ, σοφότατη Διοτίμα, πράγματι
έτσι συμβαίνει μ' αυτά;
Κι εκείνη απάντησε όπως οι τέλειοι σοφιστές:
— Να είσαι βέβαιος, Σωκράτη. Άλλωστε και των ανθρώπων
αν θελήσεις να κοιτάξεις τη φιλοδοξία, θα απορήσεις
με τον παραλογισμό της, αν δεν έχεις καταλάβει αυτά που
σου είπα εγώ, γιατί τότε θα σκεφτόσουν τη φοβερή ερωτική
διάθεση που έχουν να γίνουν ονομαστοί και δόξα
στους αιώνες αθάνατη να θεμελιώσουν, και για
τον σκοπό αυτόν είναι έτοιμοι, περισσότερο απ' ότι για
χάρη των παιδιών τους, να διακινδυνεύσουν κάθε είδους
κινδύνους,
και χρήματα να ξοδέψουν και σε οποιουσδήποτε κόπους
να υποβληθούν, ακόμα και να πεθάνουν γι' αυτόν. Ή μήπως
νομίζεις ότι η Άλκηστη θα πέθαινε αντί για τον Άδμητο,
ή ότι ο Αχιλλέας θα ακολουθούσε στον θάνατο τον
Πάτροκλο, ή ότι θα πέθαινε ο δικός σας ο Κόδρος για να
εξασφαλίσει τη βασιλεία των παιδιών του, αν δεν πίστευαν
ότι θα υπάρχει η αθάνατη μνήμη της αρετής τους, την
οποία διατηρούμε εμείς σήμερα; Κάθε άλλο, είπε. Αλλά
νομίζω ότι οι πάντες κάνουν τα πάντα για την αθάνατη
ανάμνηση την αρετής τους και για την ένδοξη φήμη τους,
και μάλιστα όσο καλύτεροι είναι, τόσο περισσότερο- γιατί
αισθάνονται έρωτα για την αθανασία.
Εκείνοι λοιπόν, είπε, που εγκυμονούν στα σώματα
στρέφονται περισσότερο προς τις γυναίκες, κι αυτή είναι
η ερωτική τους συμπεριφορά, εξασφαλίζοντας για πάντα,
όπως νομίζουν, με την παιδογονία την αθανασία και την
υστεροφημία και την ευδαιμονία. Εκείνοι πάλι που εγκυμονούν
στην ψυχή
— γιατί υπάρχουν, είπε, κι εκείνοι που εγκυμονούν στις
ψυχές περισσότερο παρά στα σώματα, αυτά που ταιριάζουν
στην ψυχή να κυοφορήσει και να γεννήσει. Τι ταιριάζει
λοιπόν; Η φρόνηση και οι άλλες αρετές. Αυτών ακριβώς
γεννήτορες είναι όλοι οι δημιουργοί και από τους τεχνίτες
όσοι θεωρούνται ότι είναι δημιουργικοί. Αλλά το πιο μεγάλο και το πιο ωραίο είδος φρόνησης είναι εκείνη που
ασχολείται με τη διευθέτηση των πραγμάτων στις πόλεις
και στους οικισμούς, της οποίας το όνομα είναι σωφροσύνη
και δικαιοσύνη. Αυτά λοιπόν όταν τα κυοφορεί κανείς από
νέος στην ψυχή του, και έχει θεϊκή φύση,
όταν έρθει η κατάλληλη ηλικία επιθυμεί να γεννήσει και
να αναπαραγάγει. Αναζητεί τότε, νομίζω, και αυτός περιφερόμενος
το ωραίο, για να γεννήσει μέσα του. Γιατί μέσα
στο άσχημο δεν θα γεννήσει ποτέ. Από τα σώματα λοιπόν
προτιμάει τα ωραία μάλλον παρά τα άσχημα, εφόσον κυοφορεί,
και αν συναντήσει μέσα τους ψυχή ωραία και ευγενική
και καλοφτιαγμένη, αισθάνεται υπερβολικό ενθουσιασμό
και για τα δύο. Και προς αυτόν τον άνθρωπο αμέσως
είναι εύγλωττος σε λόγια για την αρετή και για το πώς
πρέπει να είναι ο ανώτερος άνθρωπος και με ποια πράγματα
να ασχολείται,
και επιχειρεί να τον εκπαιδεύσει. Γιατί νομίζω ότι ερχόμενος
σε επαφή με το ωραίο και με την επικοινωνία μαζί
του, εκείνα που από παλιά κυοφορούσε τα γεννάει και τους
δίνει υπόσταση, είτε όταν είναι εκείνος παρών είτε κατά
την απουσία του με την ανάμνηση του, και αυτό που γεννήθηκε
το ανατρέφει από κοινού μ' εκείνον. Έτσι έχουν
αυτού του είδους οι άνθρωποι μεταξύ τους μεγαλύτερο
δεσμό απ' ότι αν είχαν φυσικά παιδιά και σταθερότερη
φιλία, αφού τα κοινά τους παιδιά είναι ωραιότερα και πιο
αθάνατα. Και ο καθένας θα προτιμούσε να αποκτήσει τέτοια
παιδιά μάλλον παρά ανθρώπινα,
βλέποντας και τον Όμηρο και τον Ησίοδο και τους
άλλους καλούς ποιητές και ζηλεύοντας τους για τους σπουδαίους
απογόνους που αφήνουν, οι οποίοι τους παρέχουν
αθάνατη φήμη και δόξα, όντας και αυτοί οι ίδιοι τέτοιοι. Ή
αν θέλεις, είπε, για τα παιδιά που άφησε ο Λυκούργος στη
Λακεδαίμονα, σωτήρες της Λακεδαίμονος και γενικά της
Ελλάδας. Και ο Σόλων σε σας, είναι άξιος πολλών τιμών
για τη γέννηση των νόμων και άλλοι άντρες σε πολλά άλλα
μέρη, και στους Έλληνες και στους βαρβάρους,
που παρουσίασαν πολλά και σπουδαία έργα,
και γέννησαν κάθε είδους αρετή.
Γι' αυτούς έχουν γίνει και πολλά ιερά εξαιτίας
αυτών των παιδιών τους, ενώ για κανέναν δεν έχει γίνει
ακόμα εξαιτίας των ανθρώπινων παιδιών του. Σ' αυτά
λοιπόν τα ερωτικά, Σωκράτη, θα μπορούσες ίσως κι εσύ
να μυηθείς.
Όσο για την τέλεια μύηση και την αποκάλυψη, στις
οποίες οδηγούν αυτές οι διδασκαλίες, εφόσον κάποιος ακολουθεί
τον σωστό δρόμο, δεν ξέρω αν θα ήσουν ικανός γι'
αυτές. Θα σου πω όμως εγώ, είπε, και δεν θα υστερήσω
καθόλου σε προθυμία. Εσύ προσπάθησε να με παρακολουθήσεις,
αν μπορείς. Πρέπει λοιπόν, είπε, αυτός που βαδίζει
σωστά προς αυτό το πράγμα να αρχίζει από τότε που είναι
νέος να πλησιάζει τα ωραία σώματα, και πρώτα, εφόσον
τον καθοδηγεί σωστά ο καθοδηγητής, να ερωτεύεται ένα
σώμα και να γεννάει εκεί ωραίους λόγους, κι έπειτα να
κατανοήσει ότι η ομορφιά που βρίσκεται σε οποιοδήποτε
σώμα είναι αδερφή της ομορφιάς του άλλου σώματος,
και αν πρέπει κανείς να επιζητεί την ομορφιά της μορφής,
θα ήταν μεγάλη ανοησία να μην θεωρεί ότι είναι ένα
και το αυτό πράγμα η ομορφιά που υπάρχει σ' όλα τα
σώματα. Όταν το αντιληφθεί αυτό, θα γίνει εραστής όλων
των ωραίων σωμάτων, και θα χαλαρώσει τη σφοδρή προσήλωση
του στο ένα, θεωρώντας την ανάξια του και μικρής
σημασίας. Μετά απ' αυτά, θα θεωρεί πολυτιμότερη την
ομορφιά της ψυχής από του σώματος, έτσι ώστε αν κάποιος
είναι ως προς την ψυχή του αξιόλογος, ακόμα κι αν
έχει πολύ μέτρια ομορφιά,
θα του είναι αρκετό αυτό για να τον ερωτευτεί και να
τον φροντίζει, και να γεννάει και να αναζητεί τέτοια λόγια,
που να κάνουν καλύτερους τους νέους. Έτσι θα αναγκαστεί
να δει και την ομορφιά που υπάρχει στις ασχολίες και στις
συνήθειες, και θα αντιληφθεί ότι όλα αυτά είναι συγγενικά
μεταξύ τους, ώστε θα θεωρήσει την ομορφιά του σώματος
κάτι χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Μετά από τις ασχολίες θα
οδηγηθεί στις γνώσεις, για να δει πάλι και την ομορφιά
των γνώσεων, και βλέποντας ήδη τη μεγάλη έκταση του
ωραίου, παύει πια,
σαν δούλος, να αγαπάει την ομορφιά ενός νεαρού ή
κάποιου ανθρώπου ή μιας ασχολίας και μέσα σ' αυτή τη
δουλεία να είναι μηδαμινός και μικρολόγος· αλλά στραμμένος
προς το μεγάλο πέλαγος του ωραίου και κοιτάζοντας
το, πολλούς και ωραίους, και μεγαλοπρεπείς θα γεννήσει
λόγους και σκέψεις μέσα στην ανεξάντλητη αγάπη του για
τη γνώση, έως ότου, αφού δυναμώσει και ωριμάσει εκεί,
διακρίνει τη μία και μόνη γνώση, που είναι η γνώση του
ωραίου, για την οποία θα σου μιλήσω.
Προσπάθησε όμως, είπε, να προσέχεις όσο μπορείς
περισσότερο. Όποιος λοιπόν μέχρι εδώ ως προς τα ερωτικά
διαπαιδαγωγηθεί, βλέποντας σωστά το ένα μετά το
άλλο τα ωραία, έχοντας ήδη φτάσει προς το τέλος των
ερωτικών, ξαφνικά θα αντικρίσει μια θαυμάσια ως προς
τη φύση της ομορφιά, εκείνο ακριβώς, Σωκράτη, για το
οποίο υπήρξαν όλοι οι προηγούμενοι κόποι:
πρώτα απ' όλα είναι αιώνιο και ούτε γεννιέται ούτε
χάνεται, ούτε αυξάνεται ούτε ελαττώνεται, κι έπειτα δεν
είναι από τη μία άποψη ωραίο, από την άλλη άσχημο, ούτε
άλλοτε ωραίο, άλλοτε όχι, ούτε ωραίο σε σχέση με αυτό,
άσχημο σε σχέση με εκείνο, ούτε εδώ ωραίο, εκεί άσχημο,
σα να ήταν για μερικούς ωραίο, για μερικούς άσχημο.
Ούτε πάλι θα του φανερωθεί το ωραίο σαν πρόσωπο ή
χέρια ή κανένα άλλο σωματικό χαρακτηριστικό, ούτε σαν
λόγος ή σαν γνώση, ούτε σα να υπάρχει σε κάτι άλλο, όπως
σε μία ζωντανή ύπαρξη είτε στη γη είτε στον ουρανό είτε
κάπου αλλού,
αλλά σαν κάτι που υπάρχει μόνο του με τον εαυτό του,
με ενιαία μορφή, αιώνιο, και όλα τα άλλα ωραία μετέχουν
εκείνου κατά τέτοιον τρόπο, ώστε όταν γεννιούνται τα
άλλα και χάνονται, εκείνο ούτε να αυξάνεται ούτε να ελαττώνεται
καθόλου, ούτε να παθαίνει τίποτα. Όταν λοιπόν
κάποιος, χάρη στην ορθή αντίληψη του για τον έρωτα των
νεαρών, αφήνοντας αυτά εδώ και ανερχόμενος αρχίζει να
βλέπει εκείνο το ωραίο, τότε σχεδόν αγγίζει το τέλος.
Γιατί αυτή είναι η ορθή οδός προς τα ερωτικά,
είτε βαδίζεις μόνος σου είτε οδηγείσαι από άλλον,
το να αρχίζεις από αυτά εδώ τα ωραία αποβλέποντας σ'
εκείνο το ωραίο και να ανέρχεσαι διαρκώς, σα να χρησιμοποιείς
σκαλοπάτια, από το ένα στα δύο και από τα δύο
σε όλα τα ωραία σώματα, και από τα ωραία σώματα στις
ωραίες ασχολίες, από τις ασχολίες στην απόκτηση ωραίων
γνώσεων, έως ότου από τις γνώσεις φτάσεις σ' εκείνην τη
γνώση, η οποία δεν είναι τίποτα άλλο από τη γνώση αυτής
της ίδιας της ομορφιάς, και γνωρίσεις τελειώνοντας αυτό
που είναι η ίδια η ομορφιά.
Σ' αυτό το σημείο της ζωής, αγαπητέ Σωκράτη, είπε η
ξένη από τη Μαντινεία, περισσότερο από κάθε άλλο, αξίζει
να ζει ο άνθρωπος: όταν βλέπει την ίδια την ομορφιά. Αυτό
που μπορεί να δεις κάποτε, θα σου φανεί ότι δεν συγκρίνεται
ούτε με χρυσάφι ούτε με φορέματα ούτε με ωραία
παιδιά και νεαρούς, που βλέποντας τους τώρα μένεις κατάπληκτος
και είσαι έτοιμος, κι εσύ και άλλοι πολλοί, για
να βλέπετε τους αγαπημένους σας και να βρίσκεστε πάντα
μαζί τους, αν ήταν δυνατόν, ούτε να τρώτε ούτε να πίνετε,
αλλά να τους βλέπετε μόνο και να βρίσκεστε μαζί τους. Τι
θα φανταζόμαστε λοιπόν, είπε, αν γινόταν κάποιος να δει
αυτήν την ίδια την ομορφιά, άδολη, καθαρή, αμιγή,
όχι όμως ανακατεμένη με σάρκες ανθρώπινες και χρώματα
και πολλή άλλη θνητή φλυαρία, αλλά αν μπορούσε να
αντικρίσει την ίδια τη θεϊκή ομορφιά στη μοναδικότητα
της μορφής της; Φαντάζεσαι λοιπόν, είπε, ότι θα ήταν
ανάξια η ζωή ενός ανθρώπου που κοιτάζει προς τα εκεί
και βλέπει εκείνο με τον σωστό τρόπο και βρίσκεται μαζί
του;
Ή μήπως δεν καταλαβαίνεις, είπε, ότι μόνο εκεί θα έχει
την ευκαιρία, βλέποντας την ομορφιά με ότι είναι ορατή,
να γεννήσει όχι είδωλα αρετής, αφού δεν έρχεται σε επαφή
μ' ένα είδωλο, αλλά την αληθινή, αφού έρχεται σε επαφή
με την αλήθεια; Και αφού γεννήσει την αληθινή αρετή και
την αναθρέψει, θα έχει τη δυνατότητα να γίνει αγαπητός
στο "θείο- και, αν κάποιος από τους ανθρώπους μπορεί να
είναι αθάνατος, δεν θα είναι εκείνος;
Αυτά λοιπόν, Φαίδρε, κι εσείς οι άλλοι, μου είπε η
Διοτίμα, και με έπεισε κι εμένα. Έχοντας πειστεί, προσπαθώ
να πείσω και τους άλλους ότι για την απόκτηση
αυτού του αγαθού δεν θα μπορούσε να βρεθεί καλύτερος
βοηθός για την ανθρώπινη φύση από τον Έρωτα. Γι' αυτό
λοιπόν υποστηρίζω εγώ ότι πρέπει κάθε άντρας να τιμάει
τον Έρωτα, και εγώ ο ίδιος τιμώ τα ερωτικά και τα ασκω
με πολύ ζήλο και προτρέπω και τους άλλους να κάνουν το
ίδιο, και εγκωμιάζω τη δύναμη και την ανδρεία του έρωτα,
και τώρα και πάντοτε, όσο μπορώ.


Αυτόν λοιπόν τον λόγο, Φαίδρε, αν θέλεις, θεώρησε τον
ως εγκώμιο του Έρωτα, αλλιώς ό,τι και όπως σου αρέσει
να τον ονομάσεις, ονόμασε τον.



Μπορείτε να διαβάσετε το υπόλοιπο αρχείο:ENDLESS JOURNEY LIBRARY/ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

No comments:

Copyright by

DREAM JOURNAL >>> CLICK ON THE IMAGE TO PURCHASE NOW!

DREAM JOURNAL >>> CLICK ON THE IMAGE TO PURCHASE NOW!
A Journey along the Pathway to Light
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...